Σάββατο 10 Δεκεμβρίου 2016

Χριστός, ο Παντοδύναμος Υποτακτικός! π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης


Eἶναι σέ ὅλα Μοναδικός ὁ Θεός μας ἀλλά ἡ Μοναδικότητά Του κορυφώνεται στήν Ταπείνωση καί στήν Ὑπακοή Του. Ἀπό αὐτά γνωρίζεται καί ἀπό αὐτά ξεχωρίζει.

Αὐτή Του ἡ συμπεριφορά εἶναι ἐκείνη πού προσδιορίζει σέ μᾶς τή Σοφία καί τήν Παντοδυναμία Του. Αὐτή μᾶς ἀποκαλύπτει τό πόσο ἡ Ἀγάπη ἀπέχει ἀπό τίς καρδιές μας, γιατί ἀγάπη χωρίς ταπείνωση καί ὑπακοή δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη. Αὐτή Του ἡ συμπεριφορά ντροπιάζει τή σοφία μας καί τήν ἀποδεικνύει «μωρία», αὐτή καταρρίπτει ὁτιδήποτε θεωροῦμε σωστό, δίκαιο, δικαίωμά μας ἤ ἐπιδίωξή μας.
Ἔχουμε σχηματίσει στό νοῦ μας πολλές εἰκόνες γιά τόν Χριστό καί Θεό μας, ὅμως μᾶς λείπει ἡ Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ Ὑποτακτικοῦ καί γι’ αὐτό ἡ Πίστη μας, παρ’ ὅτι στό γράμμα φαντάζει Ὀρθόδοξη, στήν πράξη εἶναι νεκρή. Μᾶς λείπει ἡ μοναδική Εἰκόνα Του, πού Τόν ἐκφράζει ἀπόλυτα, ἀφοῦ ἔτσι ἔζησε ὡς Θεάνθρωπος ἐπί τῆς γῆς καί τό ἴδιο θά συμπεριφέρεται αἰωνίως ὡς Θεάνθρωπος καί στήν Οὐράνια Βασιλεία Του σέ ἐκείνους πού ἔκαναν σκοπό τῆς ζωῆς τους νά μένουν μαζί Του: «Μακάριοι οἱ δοῦλοι ἐκεῖνοι, οὕς ἐλθών ὁ Κύριος εὑρήσει γρηγοροῦντας. Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι περιζώσεται καὶ ἀνακλινεῖ αὐτούς, καὶ παρελθὼν διακονήσει αὐτοῖς».
Λείπει ἀπό τόν καθένα μας ὁ Ἀληθινός Θεός, γι’ αὐτό Τόν ἀποζητάει μέ Λατρεία ἡ Ἐκκλησία μας στό τέλος κάθε Ἱερᾶς Ἀκολουθίας: «Χριστός ὁ Ἀληθινός Θεός ἡμῶν, ἐλεήσαι καί σῶσαι ἡμᾶς».
Ὅλοι οἱ ψεύτικοι θεοί –τά μασκαρεμένα δαιμόνια– γνωρίζονται ἀπό τήν τρομοκρατική καί κατακτητική προσπάθειά τους νά κυριαρχήσουν στίς ἀνθρώπινες ψυχές καί νά ἐπικρατήσουν στήν κτίση, ἐμπνέοντας φόβο καί τρόμο. Στόν Ἀληθινό Θεό μας ἡ ὄντως Παντοδυναμία Του ἀναγνωρίζεται στήν δουλική Του μορφή, στήν Ὑπακοή Του σέ κάθε αἴτημα τῆς προσευχῆς καί τῆς ἀνάγκης μας: «Καὶ ἰδοὺ πνεῦμα μέγα κραταιὸν διαλῦον ὄρη καὶ συντρίβον πέτρας ἐνώπιον Κυρίου, οὐκ ἐν τῷ πνεύματι Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πνεῦμα συσσεισμός, οὐκ ἐν τῷ συσσεισμῷ Κύριος· καὶ μετὰ τὸν συσσειμὸν πῦρ, οὐκ ἐν τῷ πυρὶ Κύριος· καὶ μετὰ τὸ πῦρ φωνὴ αὔρας λεπτῆς, κἀκεῖ Κύριος» (Βασ.Γ´ 19,11-12).
Εἶναι ὁ Θεός μας, Θεός Ὑπηρέτης, ὑποτακτικός τοῦ καθενός μας. Ἀκούει συνεχῶς τά αἰτήματά μας καί σπεύδει νά τά ἐκπληρώση.Μᾶς πλένει τά πόδια, γιατί αὐτά ἀποταμιεύουν τό μόχθο μας ἀλλά καί εὐθύνονται γιά τό βάδισμά τους στά  βρώμικα μονοπάτια πού ὑπαγορεύει ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά μας. Μᾶς πλένει τά πόδια, ταπεινώνεται γιά νά συντρίψη τήν πέτρα πού ἔχει αἰχμαλωτίσει τήν καρδιά μας. Γίνεται ἐξουσιαστής τῆς πέτρας, γιά νά γίνη «ἐλευθερωτής τῶν ψυχῶν» μας. Γίνεται δοῦλος, γιά νά μᾶς ἐλευθερώση ἀπό τήν δουλεία τῶν ἁμαρτιῶν μας καί νά μᾶς κάνη  φίλους Του, μετόχους τῆς Βασιλείας Του!
Ραπίζεται καί δέχεται «ἐμπτυσμούς καί μάστιγας» γιά νά σβήση τό πάθος τῆς μνησίκακης ἐκδικήσεως, πού κρύβουμε μέσα μας. Στρέφει καί τό ἄλλο Του μάγουλο στά ραπίσματά μας γιά νά μᾶς ἐξοικονομήση περισσότερο χρόνο μετανοίας, θέλει νά προλάβουμε νά συναισθανθοῦμε τό κατάντημά μας πρίν κλείσουμε τά μάτια μας σ’ αὐτή τή γῆ.
Θέλει νά κάνουμε καί μεῖς τό ἴδιο, νά Τόν μιμηθοῦμε, γιατί μόνο τότε θά γίνουμε καλά ἀπό τή μεγαλομανία τῆς ἀρρώστιας μας, πού μᾶς ἔχει κάνει νά αἰσθανόμαστε «τό γλυκύ πικρόν καί τό πικρόν γλυκύ».
Ὑπομένει καί χαίρεται τήν ἑκούσια δουλεία Του, γιατί μᾶς δημιούργησε εἰκόνες τοῦ Ἑαυτοῦ Του καί δέν θέλει νά μᾶς χάση. Ἡ ἀγάπη Του γιά μᾶς Τόν ὁδηγεῖ σέ ἄφατη κένωση. Καί ὁ Οὐράνιος Πατέρας καί Θεός μας δέν ἀπελπίζεται ἀπό τήν ἀμετανοησία μας ἀλλά ἐλπίζει ἀκόμη καί ἀπαντᾶ στούς ἀγγέλους πού ἀποροῦν γιά τήν ἀνείπωτη φιλανθρωπία Του: «Ἐντραπήσονται τόν Υἱόν μου»!
Ἡ ἀγάπη Τοῦ  Θεοῦ μας δέν Τόν ἀφήνει νά δεχθῆ καί νά παραδεχθῆ πώς δέν θά λυγίση ἡ σκληρότητά μας. Πιστεύει σέ μᾶς καί μᾶς περιμένει. Μακάρι κάποτε καί μεῖς, μέ ὅλη μας τήν ὕπαρξη, νά πιστέψουμε σ’ Ἐκεῖνον!
Καλή Ἀνάσταση στίς ψυχές μας!
π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 129
Μάϊος 2013

Η γύμνωση της σύγχρονης θεοποιημένης Επιστήμης!


Ο  ΚΑΤΑΚΕΡΜΑΤΙΣΜΟΣ
ΤΩΝ  ΕΚΦΡΑΣΕΩΝ  ΤΗΣ  ΖΩΗΣ

Eγκαινιάσαμε στό περιοδικό μας ἀπό τό προηγούμενο τεῦχος μιά νέα σειρά θεμάτων πού ἐπιδιώκουν νά καταδείξουν τήν ἄρρηκτη σχέση Πίστεως καί Ἐπιστήμης καί θέλουμε νά πιστεύουμε ὅτι μέ αὐτά τά ἄρθρα ἐπιχειροῦμε μιά πιό Ὀρθόδοξη θεώρηση τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ κόσμου.
Αὐτό τό ἐπιχειροῦμε γιατί τείνει νά ἐπικρατήση καί νά παγιωθῆ καί μεταξύ πιστῶν ἀνθρώπων ἡ Προτεσταντική ἄποψη ὅτι ἄλλο εἶναι ἡ Πίστη μας καί ἄλλο ἡ Ἐπιστήμη, μέ τό αἰτιολογικό πώς ἡ Πίστη μᾶς ἔχει ἀποκαλυφθεῖ ἐνῶ ἡ Ἐπιστήμη ἀνακαλύπτει τό Ἐπιστητό καί τήν λειτουργία του!
Τό ἐπιχείρημά τους, ὅμως, αὐτό, στηριγμένο σέ πολύ περι­ορι­σμένη λογική, ἀφ’ ἑνός μέν παραβλέπει τό βασικό καί οὐσιῶδες ὅτι Δημιουργός τοῦ Παντός εἶναι ὁ Θεός —ἄρα Αὐτός εἶναι ἡ Ἐπι­στή­μη— καί, κατά συνέπεια ἔχει τόν πρῶτο καί τόν τελευταῖο λόγο γιά τήν ἀξιοπιστία καί τήν Ἀλήθεια τῶν Ἐπιστημῶν μας, καί, ἀφ’ ἑτέρου, παραβλέπει ὅτι ὁ Δημιουργός Θεός δέν δημιούργησε μόνο τό Σύμπαν (ὁρατό καί ἀόρατο, ἔμψυχο καί ἄψυχο), ἀλλά καί ἐγκατέσπειρε σ’ αὐτό ἄπειρες πνευματικές εἰκόνες καί μᾶς ἀπεκά­λυψε τό πῶς τό Δημιούργησε καί πῶς ἡ Εὐδοκία Του θέλει αὐτό νά λειτουργῆ.
Ὅλα αὐτά ἦσαν αὐτονόητα στούς Πατέρες μας, στούς ὄντως Ἐπιστήμονες. Ποτέ δέν ἀναγνώριζαν ὡς Ἐπιστημονική  ὁποιαδήποτε θεωρία προσέκρουε στήν Ἁγία Γραφή, ἀφοῦ, ἐφ’ ὅσον προσέκρουε, ἦταν ἀδύνατον νά ἀποδειχθῆ ἀληθινή καί, ἀφοῦ δέν ἀπεδεικνύετο, αὐτομάτως τό κῦρος τῆς θεωρίας αὐτῆς κατέρρεε, ὅπως καί τοῦ ἐμπνευστοῦ της.
Τότε ἀνέλαβε ἡ Προτεσταντική Εὐρώπη! Σάν πατραλοίας τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, «Θανάτωσε καί τόν Θεό» (εἶναι γνωστή ἡ Νιτσεϊκή Θεοκτονία), Τόν “ἔβγαλε ἀπό τή μέση” καί ἔπαυσε νά ἀσχο­λεῖται μέ τό τί συμφωνεῖ καί τί ὄχι μέ τήν Ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ γιά τή Δημιουργία Του! Ἀπό τότε, ὅσοι θεωροῦν τόν Θε­ό “τελειωμένη ὑπόθεση” (καί ἔγιναν, δυστυχῶς, πολλοί οἱ παρά­φρο­νες) ἔπαυσαν νά ἀσχολοῦνται μέ τό τί ἀποδεικνύεται καί τί ὄχι καί ἀντικατέστησαν τήν Ἐπιστήμη μέ ἀναπόδεικτες θεωρίες, συναγωνιζόμενοι ποιός θά εἰπῆ «τί καινότερον κενότερον»!
*  *  *
Γιά νά μή θεωρηθοῦν ἀστήρικτα αὐτά τά συμπεράσματά μου, πέραν τῶν προσωπικῶν μου ἐρωτημάτων, πού ἔθεσα καί στό προηγούμενο ἄρθρο μου (τεῦχος 130-131) καί ἔχουν μείνει ἀναπάντητα ἀπό τούς ἐπιστήμονες, παραπέμπω αὐτούς πού διαφωνοῦν μαζί μου ἀλλά καί κάθε καλοπροαίρετον ἐνδιαφερόμενον στό βιβλίο τοῦ θεωρητικοῦ φυ­σι­κοῦ καί συγ­γρα­φέα LeeSmolin, ὁ ὁποῖος στό βιβλίο του «ThetroublewithPhysics» (Τό πρόβλημα μέ τήν Φυσι­κή, London 2006)*, ἀμφισβητεῖ τήν ἀλήθεια τῆς ἐπικρατούσης «TheStringtheory» (Θεωρίας χορδῶν), πού ἀσχολεῖται μέ τήν δο­μή τοῦ Σύμπαντος καί ἀποσκοπεῖ στήν ἑνοποίηση ὅλων τῶν ἐπί μέ­­ρους το­μέ­ων τῆς Φυσικῆς, χωρίς, ὅμως, μέχρι σήμερα ἀποδεδειγμένο ἀπο­τέ­λε­σμα! Γράφει ὁ συγγραφέας: «The main challenge for theoretical particle physics over the last three decades has been to explain the standard model more deeply. There has been a lot of activity. New theories have been posited and explored, some in great detail, but none has been confirmed experimentally» (Μετάφρ.: Ἡ κύρια πρόκληση μέ τήν θεωρητική σωματιδιακή φυσική τά τελευταῖα 30 χρόνια εἶναι νά ἐξηγηθεῖ τό «συμβατικό μοντέλο» σέ βάθος. Ὑπάρχει μεγάλη δρα­στη­ριότητα. Νέες θεωρίες ἔχουν διατυπωθεῖ καί ἐξερευνηθεῖ, ἀλ­λά καμμία δέν ἔχει ἐπιβεβαιωθεῖ πειραματικά)! Καί συμπλη­ρώνει: «Much effort has been put in to string theory in the last twenty years, but we still do not know if it is true. Even after all this work, the theory makes no new predictions that are testable by current – or currently conceivable – experiments» (Μετάφρ.: Τά τελευταῖα 20 χρόνια ἔχει γίνει πολλή προσπάθεια στόν τομέα τῆς θεωρίας χορδῶν, ἀλλά ἀκόμη δέν ξέρουμε ἄν ἐπαληθεύεται. Ἀκόμη καί μετά ἀπό τόσο ἔργο, ἡ θεωρία δέν εἶναι σέ θέση νά κάνη κάποια πρόβλεψη πού θά μπορεῖ νά δοκιμασθῆ μέ πείραμα)!
*Τό βιβλίο αὐτό μᾶς τό ὑπέδειξε ὡς ἀποδεικτικό τῶν ἰσχυρισμῶν μας ὁ ἀκαδημαϊκός ἐπιστήμων κ. Ἀργύρης Διαμαντής, τόν ὁποῖον καί γραπτῶς εὐχαριστοῦμε θερμά.
Ὅμως ἡ διεθνής ἀκαδημαϊκή κοινότητα παραμένει ἀπτόητη πα­ρά τήν ἀκαρπία τῶν ἀποτελεσμάτων τῆς θεωρίας της, ὥστε ὁ LeeSmolinἀναγκάζεται νά τήν ἐκθέση: «Despitetheabsenceofexperimentalsupportandpreciseformulation, the [string] theoryisbelievedbysomeofitsadherentswithacertaintythatseemsemotionalratherthanrational» (Μετάφρ.: Παρά τήν ἀπουσία πειραματικῆς ὑποστήριξης καί ἀκριβοῦς διατύπωσης, ἡ θεωρία χορδῶν πιστεύεται ἀπό κάποιους ὑποστηρικτές της μέ μιά βεβαιότητα πού μᾶλλον μοιάζει συναισθηματική παρά λογική)!
Τό τί ἐστί «Θεωρία χορδῶν» καί σέ ποιά ἔκτα­ση ἀσχολοῦνται μέ αὐτήν οἱ σύγχρονοι φυσικοί, μᾶς τό ἐξηγεῖ ὁ συγγραφέας τοῦ βι­βλίου στήν εἰσαγωγή του, γιά νά ἀντιληφθοῦμε πόσο κυρίαρχη εἶναι ἡ θεωρία αὐτή στή σύγχρονη ἐπιστήμη: «Stringtheorynowhassuchadominantpositionintheacademythatitispracticallycareersuicideforyoungtheoreticalphysicistsnottojointhefield» (Μετάφρ.: Ἡ θεωρία χορδῶν ἔχει πιά τόσο σημαντική θέση στήν ἀκαδημαϊκή κοι­νό­τητα, πού γιά τούς νέους θεωρητικούς φυσικούς εἶναι πρακτικά ἐπαγγελματική αὐτοκτονία νά μήν ἐργασθοῦν σέ αὐτόν τόν το­μέα)!
Ἀποκορύφωμα ὅλων αὐτῶν πού παραθέσαμε, ἀλλά καί ἀποκα­λυ­πτικό συνάμα τῆς ἀπάτης, πού παρουσιάζεται σήμερα ὡς ἐπιστήμη, εἶναι τό ἀκόλουθο ἀπόσπασμα καί πάλι ἀπό τήν εἰ­σα­γω­γή τοῦ βι­βλίου τοῦ LeeSmolin: «Whilefewwoulddisagreewiththerhetoricofdiverseviews, itisbeingpracticedlessandless. Some young string theorists have told me that they feel constrained to work on string theory whether or not they believe in it, because it is perceived as the ticket to a professorship at a university. And they are right: In the US, theorists who pursue approaches to fundamental physics other than string theory have almost no career opportunities. In the last 15 years there have been a total of three assistant professors appointed to American research universities who work on approaches to quantum gravity other than string theory…» (Μετάφρ.: Ἐνῶ λίγοι θά διαφωνήσουν μέ τό δι­καί­ω­μα τῆς ἐκφράσεως διαφορετικῶν ἀπόψεων, στήν πράξη, ὅμως, αὐ­τό τό δικαίωμα ἀσκεῖ­ται ὁλοένα καί λιγότερο. Μερικοί νέοι θεω­ρη­τι­κοί φυσικοί μοῦ ἔχουν πεῖ ὅτι αἰθάνονται ὑποχρεωμένοι νά ἐργασθοῦν στήν θε­ω­ρία χορδῶν εἴτε τήν πιστεύουν εἴτε ὄχι, γιατί θεωρεῖται σάν εἰ­σι­τή­ριο γιά τήν κατάκτηση μιᾶς καθηγητικῆς θέσεως σέ κάποιο πανεπιστήμιο. Καί ἔχουν δίκαιο: Τά τελευταῖα 15 χρόνια μόνο τρεῖς ἐπίκουροι καθηγητές δι­ο­ρί­σθηκαν σέ ἀμε­ρι­κα­νι­κά πα­νε­πι­στήμια γιά νά ἐργασθοῦν στήν κβαν­τι­σμένη βα­ρύ­τη­τα μέ ἄλλη θεωρητική προσέγγιση, πέραν τῆς θεωρίας χορδῶν)! Δηλαδή, μέ ἄλλα λόγια δικά μας, ἄν δέν πιῆ κανείς τό «τρελό νερό», δέν πρόκειται νά ἰδῆ στά μάτια του ἀκαδημαϊκή καρριέρα!
Ὡστόσο, ἔγινε, νομίζω, σαφές ὅτι ὄντως ἡ «StringTheory» ἀ­φή­­νει ἐντελῶς γυμνή καί ἐκτεθειμένη τήν θεωρούμενη παντοδύ­ναμη σύγ­­χρο­­νη ἐπιστήμη!
*  *  *
Ὁ Εὐρωπαῖος ἀλάθητος ἄνθρωπος –κατά τόν χαρακτηρισμό τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς– ἀφοῦ παρεφρόνησε, ἐπεδόθη νά κα­τα­­­κλύ­ση τόν Πλανήτη Γῆ μέ κάθε εἴδους μυθοπλασία, πού τή βά­πτι­­σε Ἐπιστήμη, ἀνακατεύοντας τίς μυθοπλασίες αὐτές  μέ πραγ­μα­τι­κές ἀνακαλύψεις καί ἐπιτεύγματα, δημιουργώντας ἕνα κυκεώνα  ἐπι­στη­μο­νικῆς ἀλήθειας καί πλάνης, πού πολύ δύσκολα μπορεῖ κανείς νά βρῆ ἄκρη, παρεκτός ἄν παύση νά θεωρῆ αὐτονόητα ἐπιστημονικό ὅ,τι ὁρίζουν ἔτσι οἱ  ἀλληλοαποκαλούμενοι ἐπιστήμονες!
Σ’ αὐτήν τήν “μορφωτική” ἀτμόσφαιρα, τήν καθαρά Προτεσταν­τική, διαμορφώθηκε ἡ Παιδεία μέ τήν ὁποία μεγαλώσαμε, καί ἐξα­­κο­λουθοῦμε νά μεγαλώνουμε καί τά παιδιά μας. Αὐτήν τήν ἀτμό­σφαιρα ἀναπνεύσαμε καί ἀναπνέουμε, καί, ἐπειδή τήν ἀνα­πνέ­­ου­με ὡς Ἔθνος ἐπί 200 χρόνια, τήν οἰκειοποιηθήκαμε καί τήν βι­ώ­νου­με σάν γνήσια Ὀρθοδοξία!
Ἐπί 200 χρόνια ἀκολουθοῦμε μέ ἀπόλυτη συνέπεια ὅλα ἐκεῖ­να πού πολέμησαν οἱ Πατέρες μας ὡς «ὀθνεῖα», ὡς ξένα πρός τό ἦθος τῆς Πίστεώς μας καί ἀπαράδεκτα. Καί τά ἀκολουθοῦμε, ἀφοῦ πα­ρα­δο­θήκαμε ἀμαχητί στή Βαυαρική κυριαρχία, πού ἐρήμωσε τά Μοναστήρια μας καί τήν Ὀρθόδοξη συνείδησή μας καί τήν ἀντικατέστησε μέ τήν ἀνόητη νοησιαρχία, ἡ ὁποία μετέτρεψε τήν εὐρύτητα τῆς Ὀρθοδοξίας μας σέ Φαρισαϊκή κωδικοποίηση τῆς Πίστεως.
Ἔτσι, σήμερα ὑπάρχουν πολλοί πού θέλουν νά πιστεύουν ὅτι εἶ­ναι συνεχιστές τῶν ἀνθενωτικῶν της Βασιλεύουσας, ἀλλά στήν πραγ­μα­τι­κότητα ἀγωνίζονται γιά τή διατήρηση λεκτικῶν σχημάτων, χωρίς νά ὑποψιάζονται ὅτι μέσα ἀπό αὐτά ἀπουσιάζει ἡ Ὀρθόδοξη ζωή.
Ἄν ἦσαν συνειδητοί ἀνθενωτικοί, θά ἐξακολουθοῦσαν νά ταυτί­ζουν τήν Πίστη μέ τήν καθημερινή ζωή, ἀφοῦ τό Ὀρθόδοξο ἦθος πη­γά­ζει ἀπό τό Δόγμα καί ὄχι ἀπό τόν Πουριτανισμό. Ἄν ἦσαν συ­νει­δητοί ἀνθενωτικοί θά εἶχαν τήν Θεολογία ὡς Γνώμωνα γιά τήν Ἀλήθεια τῆς Ἐπιστήμης τους. Ἄν ἦσαν συνειδητοί ἀνθε­νω­τικοί, θά εἶχαν συνείδηση ὅτι ἡ Πολιτική τοῦ Κράτους ἔχει ἄμεσες ἐπιπτώσεις στό ἦθος καί στήν Πίστη τῶν πολιτῶν.
Οἱ Πατέρες μας ἦσαν συνειδητοί ἀνθενωτικοί γιατί συναρ­τοῦ­σαν ἄμεσα τήν πολιτική τοῦ Κράτους μέ τήν διατήρηση ἤ ὄχι τῆς Πίστεως καί γι’ αὐτό προτιμοῦσαν «Τουρκικόν φακιόλιον πα­ρά Τιάραν Παπικήν», ἐνῶ οἱ σημερινοί imitassionἀνθενωτικοί ἔ­χουν τήν ἀφέλεια νά πιστεύουν ὅτι ἡ Πίστη δέν ἔχει καμμιά σχέση μέ τήν Πολιτική πού ἀσκεῖται στόν Τόπο μας καί πασχίζουν νά ἀπο­φύ­γουν τήν Παπικήν Τιάραν μέ πολιτικήν Ἀμερικανο-ευρωπαϊκήν! Ἀδι­α­φο­ροῦν γιά τό εἶδος τῆς Πολιτικῆς πού ἀσκεῖται στόν Τόπο πού ζοῦν, γιατί ἔχασαν τήν Ὀρ­θό­δοξη συνείδηση πού μᾶς ὑποχρεώνει νά μή χάσουμε ἀπό τά μάτια μας τόν ἔλεγχο τῶν ἐπιγείων, γιατί τότε εἶναι ἀδύνατον νά ἀντιληφθοῦμε τά Ἐπουράνια: «Εἰ τὰ ἐπίγεια εἶπον ὑμῖν καὶ οὐ πιστεύετε, πῶς ἐὰν εἴπω ὑμῖν τὰ ἐπουράνια πιστεύσετε;». (Ἰω. 3, 12)
Αὐτή ἡ παντελής ἀδιαφορία τῶν Νεοελλήνων Ὀρθοδόξων γιά τήν ἀποσύνδεση ἤ μᾶλλον γιά τόν κατακερματισμό τῶν ἐκφρά­σεων τῆς ζωῆς, γιά τόν κατακερματισμό τῆς Ἐπιστήμης σέ ἐπιστῆμες, εἶναι ἡ με­γα­λύ­τε­ρη ἀπόδειξη τοῦ ὅτι βιώνουμε σήμερα ὡς Ἔθνος μιά ἀμι­γῶς Προτεσταντική Ὀρθοδοξία μέ Ὀρθόδοξο Τελετουργικό, ἀφοῦ μόνο ὁ Προτεσταντισμός πολέμησε λυσσωδῶς καί ἐπέτυχε νά κατακερματίση τίς ἐπίγειες ἀνθρώπινες ἐνασχολήσεις καί δρα­στη­ριό­τητες, ἀποσυνδέοντας τις ἀπό τήν ἐποπτεία τῆς Ἐκκλησίας  καί ἐν τέλει ἐπέτυχε νά ἀκυρώση καί Τήν Ἐκκλησία, μέ τό νά πείση τούς ἀνθρώπους ὅτι δέν Τήν χρειάζονται πιά, “στέφοντας” ἀλάθητον τόν κάθε πρώην πιστό!
Δεχθήκαμε αὐτόν τόν κατακερματισμό τῆς ζωῆς, γιατί πιστέ­ψα­με ὅτι ὁ ὁποιοσδήποτε τρόπος ζωῆς ἀφήνει ἄθικτο τό Δόγμα τῆς Πίστεως! Τί πλάνη! Ὁ ἅγιος Χρυσόστομος μᾶς ἔχει διδάξει ὅτι «φαῦλος βίος, φαῦλα δόγματα γεννᾶ». Γεννᾶ τήν ἀλλοτρίωση καί τήν φαυλότητα ὕπουλα, μακροπρόθεσμα, χωρίς νά τό καταλάβουμε, μέ τήν ἴδια μέθοδο πού  ὁ διάβολος μᾶς εἰσηγεῖται σκέψεις μέ τόσο πειστικό τρόπο —γιατί μᾶς ἔχει ψυχολογήσει πολύ καλά—  ὥστε ἔχουμε τήν ψευδαίσθηση ὅτι εἶναι δικές μας!
Ὁ κατακερματισμός τῆς ζωῆς εὐνοεῖ τόν Διάβολο, γιατί πε­ρι­ο­ρίζει τόν ἐναντίον του πόλεμο μόνο στά θρησκευτικά θέματα, ἐνῶ εἶναι ὑπεύθυνος καί ὑπόλογος γιά ὅλες τίς διαστροφές ὅλων τῶν ἐκφράσεων τῆς ζωῆς. Εἶναι ὑπόλογος γιά τήν Παγκόσμια Πολι­τι­κή, γιά τή στρατευμένη στίς ὑπηρεσίες του σύγχρονη —κατ’ εὐφημισμόν— Ἐπιστήμη, γιά τίς παραχαράξεις καί τή διαστροφή τῆς Ἱστορίας καί κάθε Ἀλήθειας, γιά τήν πλαστή πραγματικότητα πού τήν παρουσιάζει σάν φόβητρο καί ἐλέγχει τούς λαούς, ὅπως μέ τήν πλασματική παγκόσμια Οἰκονομία!
Αὐτή ἡ πλανεμένη παραδοχή μᾶς ἔκανε Προτεστάντες. Ξεχάσαμε ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὁ Δημιουργός τοῦ Παντός καί πώς ὅ,τι σήμερα ἀπο­τε­λεῖ ἀντικείμενο τῶν Ἐπιστημῶν εἶναι δικό Του Ἔργο καί ὅτι χω­ρίς Αὐτόν δέν μποροῦμε νά προσεγγίσουμε οὔτε τή γνώση τοῦ Ἐπι­στη­τοῦ.
Λησμονήσαμε ὅτι ὁ μοναδικός πόλεμος στήν Ἱστορία τῆς Δη­μι­ουργίας εἶναι ὁ πόλεμος τοῦ Διαβόλου ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ «δι’ Οὗ τά πάντα ἐγένετο». Μᾶς τό ὑπενθύμισε στίς μέρες μας ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς, ἀλλά ἐμεῖς τιμοῦμε τή μνήμη του, ἀναφερόμενοι μόνο στά ὅσα γράφει ἐναντίον τοῦ Παπισμοῦ καί ἀδιαφοροῦμε γιά τήν ἀνατομία τῆς Εὐρωπαϊκῆς σκέψεως πού ἔκαμε καί στά ὅσα ἔγραψε ἐναντίον τοῦ θεωρουμένου σήμερα Πολιτισμοῦ ἀλλά καί στό πῶς αὐτός ὁ τάχα Πολιτισμός μᾶς ἐπηρεἀζει!
Ἔτσι, δέν εἶναι παράδοξο ὅτι παρασυρθήκαμε ἀπό τά «στοιχεῖα τοῦ κόσμου» στόν τρόπο σκέψεώς μας. Ἀφοῦ δέν συγκρατήσαμε ἀπό τά Λειτουργικά Μαθήματα τῆς Ἐκκλησίας μας ὅτι ἡ Ἀλήθεια προ­­σεγ­­γί­ζεται μόνῳ «Θεοπνεύστῳ Λογικῇ», εἶναι ἑπόμενο νά θε­­ω­ροῦ­­με λογικό ὅ,τι ὁ κόσμος θεωρεῖ λογικό, ἐπιστημονικό, πο­­λι­­τι­κά ὀρθό καί ἔγκυρο.
Εἶναι πρωτοφανές αὐτό πού συμβαίνει μέ τούς χριστιανούς στήν ἐποχή μας. Στήν ἐποχή πού κατ’ ἐξοχήν καυχᾶται γιά τή γνώση πού τῆς  ἔχει προσδώσει ἡ συσσωρευμένη ἱστορική της ἐμπειρία, οἱ χριστιανοί νά πάσχουμε ἀπό ἀνεξήγητη πνευματική μυωπία καί ἐνῶ δέν εἴμαστε εἰς θέσιν νά  διακρίνουμε τά Σημεῖα τῶν Καιρῶν πού πέρασαν καί νά τά ἀξιοποιήσουμε, ἔχουμε τήν βλακώδη προσδοκία νά προγνωρίσουμε τά Σημεῖα τῶν Καιρῶν πού θά ἔλθουν!
Ἄς εὐχηθοῦμε, ἡ νέα Ἐκκλησιαστική χρονιά πού ἄρχισε σή­με­ρα 1η Σεπτεμβρίου 2013 νά μᾶς εὕρη ἀνοικτούς καί ὑπάκουους στίς προτροπές τοῦ Θεοῦ μας: «συμβουλεύω σοί ἀγορᾶσαι παρ’ ἐμοῦ χρυ­­σίον πεπυρωμένον ἐκ πυρός ἵνα πλουτήσης, καί ἱμάτια λευκά ἵνα περιβάλη καί μή φανερωθῆ ἡ αἰσχύνη τῆς γυμνότητός σου, καί κολλύριον ἵνα ἐγχρίση τούς ὀφθαλμούς σου ἵνα βλέπης» (Ἀποκαλ. 3,18)!
                                                     π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
                                    «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 132-133

                                                     Αὔγουστος-Σεπτέμβριος 2013

Η σχεδιαζόμενη Πανορθόδοξος Σύνοδος θα ατιμάση και το μυστήριον του Γάμου;


Η ΣΧΕΔΙΑΖΟΜΕΝΗ ΠΑΝΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΣΥΝΟΔΟΣ
ΘΑ ΑΤΙΜΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟΝ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ;
Ἐφθάσαμεν εἰς τὸ κατάντημα νὰ ζητοῦμεν καὶ δεύτερον γάμον τῶν κληρικῶν!

Αἱ προειδοποιήσεις τοῦ ἁγ. Ἰουστίνου Πόποβιτς ὅτι, ἐὰν συγκληθῆ Σύνοδος χωρὶς Ἁγιοπνευματικάς προϋποθέσεις, θὰ ἐπιφέρη μεγάλας πληγάς εἰς τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας φαίνεται, πὼς δὲν εἰσακούονται. Ἡ νέα Σύνοδος θὰ ἀκυρώση καὶ τὴν Ἁγίαν Γραφήν; Μὴ γένοιτο!
Ἡ σχεδιαζομένη ἀπὸ ἐτῶν Πανορθόδοξος Σύνοδος προετοιμάζεται πυρετωδῶς τὰ τελευταῖα δύο χρόνια, παρὰ τὶς θεοπαράδοτες προειδοποιήσεις τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς περὶ τῶν τραυμάτων  ποὺ θὰ ἐπιφέρη στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας μία Σύνοδος Ἐπισκόπων,
οἱ ὁποῖοι, στὴν συντριπτική τους πλειοψηφία εἴτε ὑπηρετοῦν πολιτικὲς σκοπιμότητες, γενόμενοι ὑποχείρια πολιτικῶν σχεδιασμῶν, εἴτε στεροῦνται καὶ στοιχειώδους ποιμαντικῆς διακρίσεως, θεολογικοῦ καταρτισμοῦ καὶ  ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος. Ἤδη, μάλιστα, ἡ Σύνοδος αὐτὴ προσδιορίσθηκε, γιὰ νὰ διεξαχθῆ κατὰ τὸ προσεχὲς ἔτος 2016!
Φαίνεται πὼς οἱ προειδοποιήσεις τοῦ Θεοῦ διά τῶν ἁγίων Του δὲν εἶναι ἐπαρκεῖς γιὰ τὰ νεκρωθέντα ἀπὸ τὸν κοσμικὸ θόρυβο ὦτα μας καὶ γι’ αὐτὸ περισσότερο βέβαιο  εἶναι  νὰ περιμένουμε Παγκόσμιο Πόλεμο, παρὰ Πανορθόδοξο Σύνοδο!
Αὐτὸ ἐπιβεβαιώνεται «ἡμέρᾳ τῇ ἡμέρᾳ», μὲ τὰ προτεινόμενα πρὸς συζήτησιν θέματα τῆς μελλούσης αὐτῆς συνόδου, τὰ ὁποῖα, ὄχι μόνο δὲν συμβάλλουν στὴν καλλιέργεια τοῦ ἤθους τῶν χριστιανῶν «πρὸς εὐσέβειαν» ἀλλὰ καὶ παροτρύνουν τοὺς πιστοὺς νὰ ἀρνηθοῦν, ἐκτὸς τῶν Ἁγίων καὶ αὐτὴν τὴν Ἁγία Γραφή!
Ἡ νέα ἀντιεκκλησιαστικὴ πρόταση πρὸς τὴν ἑτοιμαζομένη Σύνοδο μᾶς γνωστοποιήθηκε πρὶν λίγες ἡμέρες, στὶς 9 Μαρτίου 2015,  μὲ ἄρθρο τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ζιμπάμπουε Σεραφεὶμ(Κυκκώτη) στὸ «Ἁγιορείτικο Βῆμα».
Μὲ τὸ ἄρθρο του αὐτὸ ὁ Σεβασμιώτατος, ἔντεχνα, ὡς ἐκφραστῆς μιᾶς τάχα πολυχρονίου ἀνάγκης τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος, ἀνασύρει ἄρθρο τοῦ 1920(!) τοῦ Καθηγητοῦ τοῦ Παγκυπρίου Ἱεροδιδασκαλίου, Ἀρχιμ. Μακαρίου Μαχαιριώτη, στὸ ὁποῖο εὐθέως ζητεῖται ἡ …καθιέρωση(!) δευτέρου Γάμου τῶν Κληρικῶν καὶ ἡ τέλεση Γάμου ἀπὸ τοὺς ἤδη χειροτονηθέντας  Κληρικούς!
Τί νὰ πρωτοειπῆ κανεὶς με τέτοιον καταιγισμὸ ἀντιχριστιανικῶν ἀπόψεων Ὀρθοδόξων Ἱερέων  καὶ Ἱεραρχῶν; Μέχρι πρότινος γνωρίζαμε ὅτι ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἔχει γράψει ὅτι μία Πανορθόδοξος Σύνοδος μπορεῖ νὰ ἀκυρώση ἀποφάσεις ἀκόμη καὶ Οἰκουμενικῶν Συνόδων(!), παρὰ τὴν ἀπαγορευτικὴ ὁμοφωνία τῶν Ἁγίων Πατέρων μας καὶ τὴν ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας ἀνανέωση τῆς ἀπαγορεύσεως αὐτῆς ἀπὸ τὸν Ἅγιο Ἰουστῖνον Πόποβιτς, ὁ ὁποῖος μᾶς προειδοποίησε ὅτι: «Πᾶσα νέα Οἰκουμενικὴ Σύνοδος δὲν θὰ εἶναι οὔτε Ἁγία οὔτε Οἰκουμενικὴ οὔτε ὀγδόη, ἐὰν πρωτίστως δὲν δεχθῆ τὰς προγενεστέρας Οἰκουμενικὰς καὶ ἀσαλεύτους ἀποφάσεις των»! Τώρα, μὲ τὴν εἰσήγηση τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ζιμπάμπουε περὶ δευτέρου γάμου τῶν Κληρικῶν, παρὰ τὴν κατηγορηματικὴ προσταγὴ τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου, πληροφορούμεθα ὅτι ἡ μέλλουσα Σύνοδος θὰ ἀκυρώση καὶ τὴν Ἁγία Γραφή!
Ἔχουμε ἐπίγνωση ὅτι ἡ φωνή μας εἶναι ἰσχνοτάτη καὶ δὲν ἔχει ἐλπίδα νὰ ἀκουσθῆ ἀπὸ τοὺς Ἱεράρχες ποὺ σχεδιάζουν τὴν μελλοντικὴ Σύνοδο καί, πολὺ περισσότερο νὰ εἰσακουσθῆ. Ὡστόσο, ἔχουμε χρέος νὰ ὑπενθυμίσουμε στὸ εὐσεβὲς Ὀρθόδοξο Πλήρωμα τὴν Ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας μας ὡς πρὸς τὸν Γάμο καὶ τὴν Ἱερωσύνη,  πρὸς καταρτισμὸν τῶν νεωτέρων,  ἀλλὰ καὶ διότι τὸ ἐνσυνείδητο Ὀρθόδοξο Πλήρωμα (Κλῆρος καὶ Λαὸς) εἶναι ἐκεῖνο ποὺ θὰ φανερώση τὴν Κρίση τοῦ Θεοῦ ὡς πρὸς τὸ ἐὰν ἡ Σύνοδος εἶναι  Ἁγία ἢ Λῃστρική.
Μὲ αὐτή, λοιπόν, τὴν προοπτικὴ ἀναπτύσσουμε τὸ θέμα, «πρὸς τὸν καταρτισμὸν τῶν ἁγίων, πρὸς οἰκοδομὴν τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ».
*  *  *
Ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ μας θεωρεῖ τὸ μυστήριο τοῦ Γάμου ὡς τὴν σπουδαιότερη ὑπόθεση τοῦ ἀνθρώπου, ποὺ ἐπέλεξε τὴν ἔγγαμη ὁδό, τὴν σπουδαιότερη μετὰ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα. Καὶ αὐτό, γιατί ἂν ἡ μοναδική καὶ ἀποκλειστική σχέση δύο ἑτεροφύλων ἀνθρώπων καλλιεργηθῆ μὲ τὶς ὁδηγίες τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, πραγματοποιεῖται ὁ σκοπός τοῦ ἐγγάμου ἀνθρώπου, δηλαδή νὰ ὁλοκληρώση τὴν προσωπικότητά του καὶ νὰ νοιώση, πραγματικά καὶ ὄχι μόνο συναισθηματικά, ριζωμένος στὸν Θεό. Γι᾽ αὐτό,  τὸ θέμα δευτέρου γάμου τῶν κληρικῶν εἶναι λελυμένο γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας καὶ δὲν συζητεῖται. Εἶναι ἱεροσυλία καὶ μόνη ἡ ἀπόπειρα συζητήσεως, ὅταν αὐτὴ ἀποσκοπεῖ στὴν ἐξεύρεση μιᾶς νέας λύσεως. Τό συζητοῦμε -ὅπως προείπαμε- γιά τήν ἐνημέρωση τῶν ἀγνοούντων ἀλλά καί γιά νὰ διατρανωθῆ γιὰ μιὰ ἀκόμη φορά, ἠχηρά καὶ ἐπίσημα, ὅτι ἀπαγορεύεται ρητῶς καὶ κατηγορηματικῶς ὁ δεύτερος γάμος τῶν κληρικῶν ὡς ἀντιχριστιανικὴ καὶ βέβηλη πράξη, ὡς αἰτία βαρυτάτου σκανδαλισμοῦ τῶν πιστῶν, ὡς «ἔργῳ» διαφθορά τῆς συνειδήσεως τῶν πιστῶν καὶ χειραγώγησή τους πρὸς ἀθέτηση τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, δεδομένου ὅτι στὸ προκείμενο θέμα δὲν ἔχουμε μόνο τὴ δέσμευση τῶν Ἱερῶν Κανόνων ἀλλὰ καὶ τὴν κατηγορηματική δέσμευση τῆς Ἁγίας Γραφῆς.
Πρέπει νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅλοι πὼς ὑπάρχουν ὅρια αἰώνια, τὰ ὁποῖα, ἂν τὰ ξεπεράσουμε, βρισκόμαστε «ἔξω τοῦ Νυμφῶνος Χριστοῦ». Καὶ κάτι ἀκόμη πολύ σημαντικό: Ὅσοι ξεπέρασαν ἢ ἐπιθυμοῦν διακαῶς νὰ ξεπεράσουν τὰ αἰώνια καὶ ἀπαρασάλευτα ὅρια, ποὺ ἔθεσε ὁ Θεός, καὶ δὲν ἐγκαταλείπουν τὴν ἱερωσύνη ἀλλὰ θέλουν νὰ μένουν γαντζωμένοι σ’ αὐτὴν καὶ νὰ τὴ συρρικνώνουν στὰ ὅριά τους, αὐτοὶ ἔχουν χάσει πρὶν ἀπὸ ὁ,τιδήποτε ἄλλο τὴ λογική καὶ τὴν αἰδῶ τους.
Ὁ μοναδικός γάμος εἶναι ἐπιταγή τῆς Ἁγ. Γραφῆς
Ὁ ἕνας καὶ μοναδικός γάμος τῶν κληρικῶν εἶναι ἐπιταγή τῆς Ἁγίας Γραφῆς: «Μιᾶς γυναικὸς ἀνήρ» πρέπει νὰ εἶναι ὁ κληρικός –γράφει ὁ Θεὸς διὰ χειρὸς τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου Παύλου– καὶ μάλιστα ὁ κληρικὸς καὶ τῶν τριῶν βαθμῶν τῆς Ἱερωσύνης, ἐφ’ ὅσον προτρέπονται καὶ οἱ Διάκονοι νὰ συμμορφωθοῦν πρὸς τὴν ἐπιταγὴ αὐτή: «Διάκονοι ἔστωσαν μιᾶς γυναικὸς ἄνδρες, τέκνων καλῶς προϊστάμενοι καὶ τῶν ἰδίων οἴκων» (1 Τιμ., 3, 2-12).
Αὐτή ἡ ἐπιταγή, λοιπόν, δὲν εἶναι διαπραγματεύσιμη. Δὲν συζητεῖται. Ὅποιος μπορεῖ, τὴν ἀντέχει, ἢ μᾶλλον ὄχι μόνο τὴν ἀντέχει ἀλλὰ ὁ τίμιος καὶ ἀληθινὸς ἄνθρωπος καὶ ἂν ἀκόμη δὲν ὑπῆρχε αὐτὴ ἡ ἐπιταγή θὰ τὴν ἐθέσπιζε, θὰ τὴν ὅριζε στὸν ἑαυτό του, γιατί ἡ καρδιά τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μονοθέσια, ζητάει τὴν ἀποκλειστικότητα καὶ τὴ μοναδικότητα στὴ σχέση τοῦ γάμου, γιατί μέσα ἀπ’ αὐτὴ τὴν μοναδική καὶ ἀποκλειστική σχέση θὰ ἀσκήση ὁ ἄνθρωπος τὸ ἐρωτικό στοιχεῖο τῆς ψυχῆς του, ὥστε αὐτὸ νὰ μπορέση νὰ στραφῆ σωστά καὶ ὁλοκληρωτικά στὸν Θεό.
Ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς γάμος τῶν κληρικῶν εἶναι μονόδρομος, γιατί μόνο ὁ πρῶτος γάμος εἶναι μυστήριο. Μόνο ὁ πρῶτος γάμος τελεῖται μέσα στὴ Θεία Λειτουργία καὶ μόνο μὲ τὸν πρῶτο γάμο ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ μεταλαμβάνη ἀνεμπόδιστα.
Ὁ δεύτερος γάμος ἀνήκει στὴν Παλαιά Διαθήκη, εἶναι ἔκπτωση, εἶναι παραχώρηση τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ νὰ βοηθηθοῦν οἱ ἄνθρωποι ποὺ βρίσκονται στὸ πνευματικὸ ἐπίπεδο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ἐξ ἄλλου, γι’ αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι αὐτοί, λόγω τῆς ἀνωριμότητος ποὺ δείχνουν, τελοῦντες δεύτερο γάμο, σύμφωνα μὲ τοὺς Ἱ. Κανόνες, ἔχουν ἐπιτίμιο.
Ἄν, λοιπόν, ἰσχύση ἡ παραχώρηση τοῦ δευτέρου γάμου ὄχι μόνο γιὰ τοὺς λαϊκούς, ποὺ δὲν ἔχουν πνευματικὴ ὡριμότητα, ἀλλὰ ἰσχύση καὶ γιὰ τοὺς κληρικούς, τότε ποῦ καὶ πότε θὰ ἰσχύση ἡ “ἀκρίβεια” τῆς Ἐκκλησίας μας; «Ἐάν τὸ φῶς τὸ ἐν ἡμῖν (δηλαδή ἡ ἱερωσύνη) σκότος ἐστὶ (δηλαδή κατάπτωση) τὸ σκότος πόσον»; Θὰ πρέπει, τελικά, νὰ ἀναζητήσουμε τὰ Χερουβείμ καὶ τὰ Σεραφείμ, γιὰ νὰ ἐφαρμόσουν τὴν “ἀκρίβεια”; Καὶ ὕστερα, μὲ «τὶ μοῦτρα» θὰ διδάσκουμε τοὺς ἀνθρώπους νὰ μένουν πιστοί στὸν πρῶτο γάμο τους, ὅταν οἱ ἴδιοι οἱ Ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας δὲν τὸν σέβονται;
Ἐκκλησιαστικὴ “οἰκονομία”  ἀλλὰ ὄχι... παραοικονομία!
Μὲ βαρειὰ καρδιὰ ἀναφέρομαι στοὺς Ἱεροὺς Κανόνες τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὸ ὑπὸ συζήτηση θέμα καὶ αὐτὸ γιατί, ὅπως προείπαμε, ἡ συζήτηση εἶναι τόσο ἐξωφρενική, τόσο ἐξόφθαλμα ἀντιχριστιανική, ποὺ μοιάζει μὲ ἱεροσυλία ὁποιαδήποτε ἀπόπειρα προσκομίσεως θεολογικῶν καὶ πνευματικῶν ἐπιχειρημάτων, γιὰ νὰ καταδειχθῆ ἡ αλήθεια.
Ὅμως, τολμῶ νὰ ἀναφερθῶ στὴν ΣΤ´ Οἰκουμενική Σύνοδο καὶ ἰδιαιτέρως στὰ διακηρυχθέντα στὸν Γ´ Ἱερὸ Κανόνα της, γιατί ἀποδίδουν συνοπτικὰ τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του, θέτουν τὰ ὅρια τῆς Ἐκκλησιαστικῆς οἰκονομίας καὶ φράσσουν κάθε ἀνόητο καὶ βέβηλο στόμα.
Καταθέτω τὴν ἑρμηνεία τοῦ Γ´ Κανόνος στὴν ἁπλούστερη γλῶσσα, ὅπως τὴν συνέταξε ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης:
«Οἱ Πατέρες τῆς παρούσης Συνόδου καὶ τὸ γινόμενον τότε κακόν διορθούμενοι καὶ πρὸς τὸ μέλλον ἀσφαλιζόμενοι, τὸν παρόντα οἰκονομικόν Κανόνα ἐξέδωσαν, ἐπειδὴ γὰρ ὁ Βασιλεύς παρεκάλεσεν αὐτοὺς νὰ καθαρίσουν τοὺς τότε ἱερωμένους ἀπὸ τὰς ἀκαθαρσίας τῶν ἀθέσμων γάμων καὶ παρανόμων, εἰς τοὺς ὁποίους περιέπεσαν. Καὶ ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος οἱ τοῦ Ρώμης τοποτηρηταὶ ἐπρότειναν νὰ φυλαχθῇ ἡ ἀκρίβεια τῶν Κανόνων εἰς αὐτούς, ἀπὸ δὲ τὸ ἄλλο, οἱ ὑπό τὸν Κωνσταντινουπόλεως Ἐπίσκοποι ἔλεγαν νὰ γένη συγκατάβασις καὶ φιλανθρωπία εἰς αὐτούς, αὐτοὶ συγκεράσαντες ὁμοῦ καὶ τὰ δύο, τὴν ἀκρίβειαν, λέγω, μὲ τὴν συγκατάβασιν (καὶ μάλιστα διατὶ πολὺ πλῆθος τῶν τότε Ἱερωμένων εἰς τοιούτους περιέπεσαν γάμους ἐξ ἀγνοίας), διὰ τὴν παρακάλεσιν τοῦ βασιλέως, ὥρισαν, ὅτι, ὅσοι μὲν ἱερωμένοι δευτεροϋπανδρευθέντες, ἔμειναν ἀμετανόητοι ἕως τοῦ καιροῦ τῆς Συνόδου ταύτης, καὶ δὲν ἐχωρίσθησαν ἀπὸ τοὺς παρανόμους γάμους, οὗτοι νὰ καθαιροῦνται παντελῶς, καὶ λαϊκοὶ νὰ γίνονται. Ὅσοι δὲ ἐκ τοῦ ἐναντίου δίγαμοι Ἱερωμένοι, Πρεσβύτεροι δηλαδή, ἢ Διάκονοι, πρὸ τοῦ νὰ γένη ἡ Σύνοδος μετενόησαν καὶ ἐχώρισαν ἀπὸ λόγου των τὸν παράνομον γάμον αὐτόν, ἢ καὶ μὲ τὸ νὰ ἀπέθαναν αἱ δεύτεραι γυναῖκες των, ἐπεστράφησαν εἰς σωφροσύνην καὶ μετάνοιαν, οὗτοι, λέγω, ἐκρίθη εὔλογον νὰ παύουσι μὲν ἀπὸ τοῦ νὰ ἱερουργῶσι τὰ τῆς ἱερωσύνης ἕως εἰς ἕνα διωρισμένον καιροῦ διάστημα, νὰ μετέχουσι δὲ τὴν ἔξω τοῦ βήματος τιμήν τῆς μετά τῶν ἱερωμένων καθέδρας καὶ στάσεως, προσκλαίοντες εἰς τὸν Θεόν, διὰ νὰ συγχωρηθῆ τὸ ἐξ ἀγνοίας αὐτῶν ἀνόμημα, καὶ μηδένα εὐλογοῦντες. Διότι δὲν εἶναι πρέπον νὰ δίδη εὐλογίαν εἰς ἄλλους ἐκεῖνος ποὺ χρεωστεῖ νὰ ἰατρεύη διὰ μετανοίας τὰς πληγάς τῆς ψυχῆς του... Πλὴν τοῦτο νὰ γένη ἀφ’ οὗ χωρίσουν τὰ παράνομα συνοικέσια». (Πηδάλιον, Ἀθῆναι 1970, σελ. 222)
Τὸ πνεῦμα τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι σαφές: Οἰκονομεῖ τοὺς κληρικοὺς οἱ ὁποῖοι ἀπὸ ἄγνοια προχώρησαν σὲ δεύτερο γάμο, νὰ διατηρήσουν τὴν Ἱερωσύνη τους μετά ἀπὸ ἐπιτίμιο καὶ μετάνοια, ὑπό τὴν ἀπαραίτητη, ὅμως, προϋπόθεση νὰ χωρίσουν ἀπὸ τὸν ἄθεσμο δεύτερο γάμο τους. Καὶ αὐτά, βεβαίως, ἴσχυσαν κατά τὸ παρελθόν, γιὰ νὰ οἰκονομήσουν τοὺς πρὸ τῆς ΣΤ΄  Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἐξ ἀγνοίας παρεκτραπέντας κληρικούς. Σὲ καμμιὰ περίπτωση δὲν ἰσχύουν σήμερα καὶ μάλιστα σὲ κληρικούς, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνο ἄγνοια τοῦ πράγματος δὲν ἔχουν, ἀλλὰ ἀνερυθρίαστα, χωρίς τσίπα καὶ στοιχειώδη φιλοτιμία γιὰ τὸν σκανδαλισμὸ ποὺ προκαλοῦν στοὺς πιστούς, διεκδικοῦν σὰν ἀναφαίρετο καὶ ἀπόλυτα δίκαιο αἴτημά τους τὸν ἄθεσμο δεύτερο γάμο!
Οἱ κληρικοί αὐτοί ἔχουν τὸ... κουράγιο(!) νὰ ὑψώνουν σὰν σημαία ἕνα ἐπιχείρημα–κουρέλι: «Ἐμεῖς δὲν ἐπιλέξαμε νὰ γίνουμε ἄγαμοι κληρικοί. Βρεθήκαμε στὴ θέση τοῦ ἀγάμου εἴτε λόγῳ χηρείας, εἴτε γιατί μᾶς ἐγκατέλειψε ἡ γυναῖκα μας». Καί, λοιπόν; Τὶ πρέπει νὰ γίνη; Νὰ συρρικνωθῆ ἡ Ἱερωσύνη στὰ μέτρα ἑνὸς ἀνθρώπου ποὺ δὲν ἔχει τὴν πνευματικὴ λεβεντιὰ οὔτε ἑνὸς ἁπλοῦ εὐσεβοῦς λαϊκοῦ γιὰ νὰ ξεκαθαρίση στὸν ἑαυτό του –προτοῦ ἀκόμη γίνη κληρικὸς– ὅτι γι’ αὐτὸν ὁ γάμος θὰ κλείση ὁριστικὰ καὶ ἀμετάκλητα μὲ τὴν πρώτη του γυναῖκα;
Τὶ εἴδους ἀγάπη εἶναι αὐτὴ ποὺ εἶχε στὴν πρώτη του γυναῖκα ὥστε μὲ τὸ θάνατό της νομίζει ὅτι ὅλα τέλειωσαν μεταξύ τους; Ἰσχύει τελικά καὶ ἐδῶ τὸ «ὁ γάϊδαρος ἐψόφησε τέρμα ἡ κολυγιά μας»; Ὁ γάμος δὲν εἶναι Μυστήριο; Τὸ Μυστήριο τελειώνει μὲ τὸ θάνατο; Αὐτὰ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας ἢ ἐμεῖς καταντήσαμε τὴν Ἐκκλησία μας συντεχνία τοῦ χειρίστου εἴδους μὲ κανόνες καὶ ρυθμίσεις ἀνθρώπων πολὺ χαμηλῆς πνευματικῆς ὑποστάθμης;
Ὅσο γιὰ κείνους ποὺ χώρισαν τὶ νὰ εἰποῦμε; Ζητοῦν καὶ τὰ ρέστα ἄνθρωποι ποὺ προχώρησαν στὸ γάμο τους χωρίς νὰ ἐξετάσουν ποιὸν ἄνθρωπο νυμφεύονται ἢ χωρίς διάθεση ἐκ μέρους τους νὰ προσεγγίσουν ψυχικὰ τὴν γυναῖκα μὲ τὴν ὁποία συνέδεσαν τὴν ζωή τους ἢ χωρίς διάθεση ἐκ μέρους τους νὰ ἀλλάξουν κάτι ἀπὸ τὸν κακό ἑαυτό τους. Ζητοῦν τὰ ρέστα (δηλαδή δεύτερο γάμο) ἄνθρωποι ποὺ δὲν διάβασαν ποτὲ ὅτι ἕνα ἀπὸ τὰ βασικὰ κριτήρια γιὰ νὰ ἐπιλεγῆ κάποιος ὡς ποιμὴν τῆς Ἐκκλησίας εἶναι τὸ νὰ «προΐσταται καλῶς τοῦ ἰδίου οἴκου»!
Ἡ λύση ὑπάρχει. Ὅποιος ἀπὸ μᾶς –δὲν ἐξαιρῶ τὸν ἑαυτό μου γιατί καὶ ἐγὼ αὔριο μπορεῖ νὰ παραφρονήσω– δὲν ἔχει τὰ κότσια νὰ ἀνταποκριθῆ στοιχειωδῶς στὶς ὑποχρεώσεις τῆς Ἱερωσύνης (γιατί τὸ θέμα ποὺ συζητοῦμε ὑπάγεται στὰ στοιχειώδη), τότε πρέπει νὰ ξέρη ὅτι ἡ Ἐκκλησία καὶ τὸ ποίμνιο δὲν τὸν χρειάζονται.
Ὁ κόσμος δὲν χρειάζεται ρασοφοροῦντες ἀνθρώπους ἀλλὰ ποιμένες, διδασκάλους, παραδείγματα. Ἂν δὲν μποροῦμε, ἂς ἀφήσουμε τὴν Ἱερωσύνη, γιατί ὁ ἕνας καὶ μοναδικὸς γάμος καὶ τὸ ἂν μποροῦμε νὰ τὸν βαστάσουμε σωστὰ εἶναι πολὺ μικρὸ κριτήριο γιὰ τὸ ἂν θὰ ἔπρεπε νὰ χειροτονηθοῦμε Ἱερεῖς.
Ὡς πρὸς τὸ βιοποριστικό πρόβλημα τῶν ἀνθρώπων ποὺ συζητοῦμε, ἐφ’ ὅσον προτιμήσουν νὰ ἀφήσουν τὴν Ἱερωσύνη ἀντὶ τὸν δεύτερο γάμο, αὐτὸ, καὶ μόνο αὐτὸ, ἂς γίνη ἀντικείμενο μελέτης τῆς Ἱ. Συνόδου καὶ πιστεύουμε πὼς ἔχει τὸν τρόπο ἀλλὰ καὶ τὰ μέσα γιὰ νὰ τὸ λύση.
*  *  *
Ἄν, τελικά, ἡ μέλλουσα Σύνοδος υἱοθετήση εἰσηγήσεις, ὅπως αὐτές τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ζιμπάμπουε Σεραφείμ και θεσμοθετήση ἄθεσμα, ἀτιμάζον-τας τόν Γάμο καί ἀθετώντας τήν Οἰκουμενικότητα τῆς Ὀρθοδοξίας καί τήν Ἁγία Γραφή, τότε θά ἔχη τα τραγικά ἀποτελέσματα πού προέβλεψε ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «Σχίσματα καί αἱρέσεις καί διαφόρους ἄλλας συμφοράς. Αὐτό εἶναι ἡ βαθεῖα μου αἴσθησις καί πλήρης ὀδύνης ἐπίγνωσις »!
Του Πρωτοπρεσβυτέρου π.  Βασιλείου  Ε. Βολουδάκη

Από την εφημερίδα «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΤΥΠΟΣ», φ. 2062, (20-3-2015).

Η Ανθρώπινη Φύσις του Χριστού και το ανθρώπινο «πρόσλημμα»


Τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ, ἴαμα τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν μας

Σέ λίγες µέρες θά κληθοῦµε ἀπό τήν Ἐκκλησία µας νά συµµετάσχουµε στά Πάθη καί στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ µας, µέ ἕναν ξεχωριστό τρόπο.
Οἱ κατανυκτικοί ὕµνοι τῆς Μεγάλης Ἑβδοµάδος, µέ τήν ἁγιοπνευµατική διεισδυτικότητά τους στήν ἀνθρώπινη ψυχή, µᾶς ἐξηγοῦν µέ κάθε λεπτοµέρεια ποιά εἶναι τά Πάθη τοῦ Χριστοῦ, τό πῶς ἔπαθε καί ποιά εἶναι ἡ σχέση τῶν Παθῶν αὐτῶν µέ τόν καθένα µας.
Μαθαίνουµε ἀπό τούς ὕµνους αὐτούς ὅτι τό Πάθος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἑκούσιο, ἀλλά ὁ νοῦς µας, µαθηµένος νά σκέπτεται βιωτικά καί γήϊνα, δέν μπορεῖ χωρίς πνευματική χειραγωγία νά συλλάβη τό πῶς αὐτό τό «ἑκούσιον Πάθος» τοῦ Χριστοῦ μας ἀφορᾶ ἄμεσα ὅλους ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους καί καθορίζει ὁλόκληρο τό Μυστήριο τῆς Σωτηρίας µας.
Εἶναι ἀπαραίτητη, λοιπόν, ἡ θεολογική χειραγωγία µας ὥστε νά εἴµεθα εἰς θέσιν νά κατανοήσουµε τό πῶς κατεργάσθηκε ἡ Θεία Χάρις τήν Σωτηρία µας, ἀναπληρώνοντας ὅλα τά κενά καί τίς ἐλλείψεις τῆς πεπτωκυΐας ἀνθρωπίνης φύσεώς µας.
Ὁ πνευματικός βηματισμός μας πρέπει νά εἶναι πολύ προσεκτικός γιατί στό θέμα αὐτό ὑπάρχει μεγάλη θεολογική σύγχυση, ἀκόμη καί σέ Πανεπιστημιακούς Καθηγητές Θεολογίας, πρᾶγμα πού ἔχει ἀπό τό 1989 γίνει φανερό μέσῳ δημοσίου γραπτοῦ θεολογικοῦ διαλόγου, πού προκάλεσε εὐλαβής καί παραδοσιακός καθηγητής τῆς Ἱστορίας τῶν Δογμάτων, ἐπικρίνοντας μέ ἀντορθόδοξα ἐπιχειρήματα τό ἄρθρο μου «Διεκινδύνευσε ὁ Χριστός;»1, μέ τό ὁποῖο εἶχα ἀνασκευάσει –ὅπως ἔγραφα τότε– «τίς ἐσφαλμένες διατυπώσεις τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Στυλιανοῦ περί τῆς Ἀνθρωπίνης Φύσεως τοῦ Χριστοῦ».
Ἡ Ὀρθόδοξη Δογµατική µᾶς διδάσκει ὅτι ἡ Ἀνθρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ ἔχει ὡς Πρόσωπό της τό Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου καί γι’ αὐτό, λόγῳ αὐτῆς τῆς Ὑποστατικῆς ἑνώσεως, ἡ Ἀνθρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ ἐθεώθη «ἐξ ἄκρας συλλήψεως» στήν κοιλία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί ὡς Θεωθεῖσα, δέν ἔφθειρε κατά τόν τοκετόν τήν παρθενία τῆς Παναγίας µας.
Ἡ θεωθεῖσα ἀνθρώπινη φύση δέν ἐµποδίζεται οὔτε περιορίζεται ἀπό τόν χῶρο καί τόν χρόνο, γι’ αὐτό καί κατά τήν Ἀνάστασή Του ὁ Χριστός ἐξῆλθε «ἐσφραγισµένου τοῦ µνήµατος» καί, λίγο ἀργότερα, «εἰσῆλθε τῶν θυρῶν κεκλεισµένων πρός τούς µαθητάς Του». Ἡ Ἀνθρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ, ὑπῆρξε Τελεία «ἐξ ἄκρας συλλήψεως» καί παρέµεινε Τελεία καθ’ ὅλη τήν ἐπίγεια Ζωή Του καί κατά τήν Ἀνάστασή Του καί θά παραµένη Τελεία εἰς τούς ἀτελευτήτους αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ὁ Χριστός, ἀπό τῆς συλλήψεώς Του κατά τόν Εὐαγγελισµό τῆς Θεοτόκου µέχρι καί τῆς Ἀναστάσεώς Του παραµένει ὁ Αὐτός, Τέλειος Θεός καί Τέλειος Ἄνθρωπος.
Αὐτό πού διδάσκει ἡ Δογµατική, τό διακηρύσσει καί ἡ Ὑµνολογία τῆς Ἐκκλησίας µας: «Κύριε, ἐσφραγισμένου τοῦ Τάφου ὑπό τῶν παρανόμων, προῆλθες ἐκ τοῦ μνήματος καθώς ἐτέχθης ἐκ τῆς Θεοτόκου», ὥστε νά διαλυθῆ ἡ πλάνη πολλῶν Ὀρθοδόξων, οἱ ὁποῖοι πιστεύουν –ἀντίθετα ἀπό τήν Ἐκκλησία µας– ὅτι ἡ Ἀνθρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ ἐτελειοποιεῖτο βαθµηδόν καί ὅτι ἡ τελειοποίηση αὐτή ὁριστικοποιήθηκε μέ τήν Ἀνάστασή Του!
Ἡ ἀντορθόδοξη αὐτή θεώρηση υἱοθετεῖται καί ἀπό ἀρκετούς νέους θεολόγους, οἱ ὁποῖοι σήμερα χαρακτηρίζονται ἐπικριτικά ὡς Μεταπατερικοί, κατ’ οὐσίαν, ὅμως, συνεχίζουν τήν θεολογία πού σπούδασαν σέ παλαιοτέρους καθηγητές Δογματικῆς μέ συγκεχυμένη Χριστολογία. Αὐτοί οἱ Καθηγητές, στήν προσπάθειά τους νά τονίσουν τήν πραγματικότητα τῆς Ἀνθρωπίνης Φύσεως τοῦ Χριστοῦ καί νά ἀποφύγουν τόν ἀφθαρτοδοκητισμό, κατήντησαν νά δημιουργήσουν τήν θεολογία τῆς …πνευματικῆς «διακινδυνεύσεως τοῦ Χριστοῦ»(!), υἱοθετοῦντες τήν βλάσφημη ἐκδοχή ὅτι μποροῦσε ὁ Χριστός ἐπί τῆς γῆς νά ἁμαρτήση(!), ἀφοῦ –κατά τή γνώμη τους– «ὁ Ἰησοῦς δέν ἦτο ἀδιάφορος ἔναντι τῆς ἁμαρτίας οὔτε ἄτρωτος καί ἀπαθής, ἐν τῇ ἐννοίᾳ τοῦ Ὁμηρικοῦ Ἀχιλλέως. Ἡ ἁμαρτία ἠνώχλει αὐτόν, ὅτε ἐπειράζετο ὑπ’ αὐτῆς, διαρκῶς δέ ἠγωνίζετο κατ’ αὐτῆς»(!)2. Τελικά, κατ’ αὐτούς, ὁ Χριστός, νίκησε τήν ἁμαρτία …«ὡς κατόρθωμα τῆς προσωπικῆς του ἐλευθερίας»3!
Ἀκολουθῶντας  τήν καταδικασμένη ἀπό τήν Ἑκκλησία θεολογία καί ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας, ἔγραψε τό 1989: «Ὅποιος νομίζει ὅτι ἡ ἀνθρώπινη φύση τοῦ Χριστοῦ ἔπεσε ἀπό τόν Οὐρανό τέλεια καί ἀναμάρτητη, σάν μετέωρο μαγικοῦ αἰφνιδιασμοῦ… αὐτός δέν θά καταλάβει ποτέ τό βαθμό τῆς κενώσεως πού καταδέχθηκε ὁ Θεός Λόγος»!
Βεβαίως, δέν μᾶς ἐξήγησαν ποτέ, αὐτῶν τῶν ἀπόψεων οἱ θεολόγοι, πῶς μέ τέτοιες θεολογικές τοποθετήσεις θά ἀποφύγουν τό «ἀνάθεμα» τῆς Ε΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου «Εἴ τις ἀντιποιεῖται Θεοδώρου τοῦ ἀσεβοῦς τοῦ Μοψουεστίας, τοῦ εἰπόντος ἄλλον εἶναι τόν Θεόν Λόγον καί ἄλλον τόν Χριστόν, ὑπό παθῶν ψυχῆς καί τῶν τῆς σαρκός ἐπιθυμιῶν ἐνοχλούμενον καί τῶν χειρόνων κατά μικρόν χωριζόμενον... ἀνάθεμα!»; Οὔτε ἔχουν δείξει μέχρι σήμερα μέ τά γραπτά τους διάθεση νά συναριθμηθοῦν μέ τούς ὁμόφρονας τῶν Ἁγίων Πατέρων μας, ἀφοῦ προϋπόθεση γι’ αὐτήν τήν συναρίθμηση εἶναι ἡ ἀποδοχή τοῦ «Συνοδικοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας», τό ὁποῖο ἐν προκειμένῳ ἀποφαίνεται: «Τῶν λεγόντων ὅτι ἡ σάρξ τοῦ Κυρίου, ἐξ αὐτῆς ἑνώσεως ὑπερυψωθεῖσα, καί ἀνωτάτω πάσης τιμῆς ὑπερκειμένη, ὡς ἐξ ἄκρας ἑνώσεως ὁμόθεος γενομένη, ἀμεταβλήτως, ἀναλοιώτως, ἀσυχγύτως, καί ἀτρέπτως, διά τήν καθ’ Ὑπόστασιν Ἕνωσιν, καί ἀχωρίστως καί ἀδιασπάστως μένουσα τῷ προσλαβομένῳ αὐτήν Θεῷ Λόγῳ, ἰσοκλεῶς αὐτοτιμᾶται καί προσκυνεῖται μιᾷ προσκυνήσει, καί τοῖς βασιλικοῖς καί θεῖοις ἐγκαθίδρυται θρόνοις ἐκ δεξιῶν τοῦ Θεοῦ καί Πατρός ὡς τά τῆς Θεότητος αὐχήματα τῷ τρόπῳ τῆς ἀντιδόσεως, καταπλουτίσασα, σωζωμένων τῶν ἰδιοτήτων τῶν Φύσεων, Αἰωνία ἡ μνήμη!».     
Ἡ Ὀρθόδοξη θεώρηση τῆς ἀνθρωπίνης Φύσεως τοῦ Χριστοῦ προϋποθέτει τήν διάκριση μεταξύ τῆς Ἐναθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου καί τῆς δευτέρας συγκαταβάσεώς Του νά ἐνεργήση τά ἀδιάβλητα πάθη τῆς πεπτωκυΐας φύσεώς μας, δηλαδή, τήν πεῖνα, τήν δίψα, τόν κόπον, τήν αἱμάτωση, τήν δειλία τοῦ θανάτου, καί αὐτόν τόν θάνατον, χωρίς νά εἶναι ὑποχρεωμένος νά τά ἐνεργήση λόγῳ τῆς «ἐξ ἄκρας συλλήψεως» θεώσεως τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως πού ἔλαβε.
Ὁ Χριστός εἶναι «ὁ νέος Ἀδάμ». Γεννᾶται χωρίς σπέρμα ἀνδρός, ὅπως ὁ Πρωτόπλαστος Ἀδάμ καί, συνεπῶς, ἀφοῦ γεννᾶται χωρίς σπέρμα, δέν εἶναι φορέας τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, τό ὁποῖο κληροδοτεῖται διά τοῦ σπέρματος σέ ὅλους ἐμᾶς τούς μεταπτωτικούς ἀνθρώπους. Γι’ αὐτό, «ὡς νέος Ἀδάμ» καί, μάλιστα χωρίς νά πέση ὅπως ὁ Ἀδάμ, ὁ Χριστός εἶναι ὁ μόνος Τέλειος Ἄνθρωπος.
Νά ὑπογραμμίσουμε καί πάλι «ὅταν ὁμολογοῦμε ὅτι ὁ Χριστός ἔγινε Τέλειος Ἄνθρωπος, τοῦτο δέν σημαίνει ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε τά πρότυπά Του, ἀλλ’ ὅτι ἐμεῖς πρέπει νά μοιάσουμε σ’ Αὐτόν γιά νά γίνουμε τέλειοι. Ἐμεῖς δέν εἴμαστε τέλειοι ἄνθρωποι. Εἴμαστε ἀτελεῖς, ἁμαρτωλοί, διεφθαρμένοι, πεπτωκότες»4
Ὁ Χριστός, ὅμως, εἶναι καί μείζων τοῦ προπτωτικοῦ Ἀδάμ, ὄχι μόνο γιατί δέν μιμήθηκε τόν Ἀδάμ στήν πτώση του ἀλλά γιατί εἶναι καί Τέλειος Θεός, ἀφοῦ ὡς Πρόσωπο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεώς Του ὁ Χριστός ἔχει τό Πρόσωπο τοῦ Θεοῦ Λόγου.
Συνεπῶς, ὡς Τέλειος Θεός καί Τέλειος Ἄνθρωπος, ὡς Θεάνθρωπος ὁ Χριστός, δέν ὑπέκειτο σέ καμμία ἀνθρώπινη ἀνάγκη, δέν ἦταν ἀναγκασμένος νά ἐνεργήση τά ἀδιάβλητα πάθη μας, τίς συνέπειες, δηλαδή, καί τά ἐπιτίμια τῆς παρακοῆς τῶν πρωτοπλάστων, οὔτε ἦταν ἀναγκασμένος νά πεθάνη, ἀφοῦ ἀποκλειστική προϋπόθεση τοῦ θανάτου εἶναι ἡ ὑποχρεωτική καί ἀναγκαστική λειτουργία τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν. Ἡ Ἀνθρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ ὡς «καθαρά τοῦ νόμου τῆς ἁμαρτίας οὐκ ἐχρεώστει δι’ ἑαυτήν θάνατον» (ἅγιος Μάξιμος καί Μ. Ἀθανάσιος). «Ὁ Χριστός ὡς ἄνθρωπος, μποροῦσε, ἐάν ἤθελε, νά μή ἀποθάνη»5.
Πρέπει, λοιπόν, νά συνειδητοποιήσουμε πώς ἄν ὁ Χριστός ἔφθανε μόνο μέχρι τῆς Ἐνανθρωπήσεώς Του, θά ἐθεώνετο μόνο ἡ ἀνθρώπινη Φύση Του, στήν Ὁποία δέν θά μποροῦσε νά συμμετάσχη κανείς ἀπό ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους, ἀφοῦ προϋπόθεση συμμετοχῆς μας σέ Αὐτήν θά ἦταν ἡ παντελής ἀπουσία ἀδιαβλήτων παθῶν, πρᾶγμα ἀδύνατον γιά ὅλους ἐμᾶς, οἱ ὁποῖοι ὡς ἀπόγονοι τῶν πεπτωκότων Πρωτοπλάστων εἴμαστε ἀναγκασμένοι καί νά πεινᾶμε καί νά διψᾶμε καί νά αἱματώνουμε καί νά κουραζόμαστε καί νά πεθαίνουμε.
Ἐάν ἤθελε ὁ Χριστός, μποροῦσε νά ζεῖ αἰωνίως ἐπί τῆς γῆς ὡς Θεάνθρωπος καί νά λοιδορῆ τήν ἀνθρωπότητα δείχνοντάς μας τόν Ἑαυτόν Του καί λέγοντάς μας: –Δεῖτε πῶς θά εἴσαστε ἄν δέ μέ παρακούατε! Τώρα δέν ὑπάρχει ἄλλη ἐκδοχή ἀπό τήν καταδίκη σας σέ αἰώνιο θάνατο!
Ὅμως ὁ Φιλάνθρωπος Θεός μας δέν ἔφθασε μόνο μέχρι τῆς Ἐνανθρωπήσεώς Του. Δέν ἔλαβε μόνο τήν ἀνθρώπινη φύση μας ἀλλά προσέλαβε καί τά ἀδιάβλητα πάθη μας καί τά ἐνήργησε χωρίς ὑπερβολές καί καταχρήσεις, δηλαδή χωρίς ἁμαρτία. Αὐτή ἡ πρόσληψη τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν μας ἀποκαλεῖται ἀπό τήν Ἐκκλησία μας «πρόσλημμα» γιατί ἔλαβε ὡς κάτι ἐπί πλέον τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, κάνοντας δεύτερη συγκατάβαση μετά τήν συγκατάβαση τῆς Ἐνανθρωπήσεώς Του.
Βεβαίως, πρέπει νά διευκρινήσουμε ὅτι καί μετά τήν πρόσληψη τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν, τά πάθη αὐτά δέν ἦσαν ἀναγκαιότητα τῆς Ἀνθρωπίνης Φύσεως τοῦ Χριστοῦ καί γι’ αὐτό τά ἐνεργοῦσε ὅταν καί ὅσο Αὐτός ἤθελε. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός μᾶς ἐξηγεῖ τό πῶς ἐνεργοῦσε τά ἀδιάβλητα πάθη ὁ Χριστός, ὥστε νά μήν πλανηθοῦμε οὔτε «ἐκ δεξιῶν» οὔτε «ἐξ ἀριστερῶν». Οὔτε νά ἐννοήσουμε αὐτά ὅπως οἱ «Ἀφθαρτοδοκῆται», πού ἐπίστευαν ὅτι ὁ Χριστός δέν ἐνεργοῦσε τά ἀδιάβλητα πάθη πραγματικά ἀλλά φαινομενικά, οὔτε νά τά ἐννοήσουμε ὅπως οἱ ἑτερόδοξοι καί οἱ Μεταπατερικοί, δηλαδή ὡς ὑποχρεωτικά καί ἀναγκαστικά διότι, κυρίως, σ’ αὐτό τό σημεῖο προσκρούουν καί οἱ πιό παραδοσιακοί θεολόγοι μας, ταυτίζοντες τό πραγματικό μέ τό ἀναγκαστικό: «Ἀμέλει (=χωρίς ἀμφιβολία) τά φυσικά ἡμῶν πάθη κατά φύσιν καί ὑπέρ φύσιν ἦσαν ἐν τῷ Χριστῷ. Κατά φύσιν μέν γάρ ἐκινεῖτο ἐν αὐτῷ, ὅτε παρεχώρει τῇ σαρκί παθεῖν τά ἴδια• ὑπέρ φύσιν δέ ὅτι οὐ προηγεῖτο ἐν τῷ Κυρίῳ τῆς θελήσεως τά φυσικά•οὐδέν γάρ ἠναγκασμένον ἐπ’ αὐτοῦ θεωρεῖται, ἀλλά πάντα ἑκούσια• θέλων γάρ ἐπείνασε, θέλων ἐδίψησε, θέλων ἐδειλίασε, θέλων ἀπέθανεν»6.
Ἡ Θεολογία τῶν Ἁγ. Πατέρων μας ἑρμηνεύει μέ θεοπνευστία τίς δύο συγκαταβάσεις τοῦ Θεοῦ Λόγου, βεβαιώνοντάς μας καί ὡς πρός τό ὅτι «ἐξ ἄκρας ἑνώσεως» τοῦ Θεοῦ Λόγου μέ τήν ἀνθρώπινη Φύση ἐθεώθη ἡ Ἀνθρώπινη Φύσις τοῦ Χριστοῦ καί ὡς πρός τό πῶς ἡ θεωθεῖσα φύσις ἐνεργοῦσε ἀδιάβλητα πάθη, δεδομένου ὅτι ἡ Θέωσις σημαίνει πρωτίστως ἀναστολή τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν.
Αὐτή τή σύζευξη ἔκαμε ὁ Θεάνθρωπος Χριστός διότι τά ἀδιάβλητα πάθη ἐνεργοῦντο ἀπό Ἐκεῖνον μέ τήν θέλησή Του, ὅταν καί ὅσο Αὐτός ἤθελε καί δέν ἐνεργοῦντο ἀναγκαστικά καί ὑποχρεωτικά. Αὐτό εἶναι στοιχεῖο τῆς «ὑπερφυοῦς φυσιολογίας τοῦ Χριστοῦ», κατά τήν ὁρολογία τοῦ ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου.
Πρέπει νά προσθέσουμε ὅτι ὁ Θεός Λόγος «ἐξ ἄκρας ἑνώσεως» μέ τήν Ἀνθρώπινη Φύση ἐθέωσε μέν τήν Φύση πού ἕνωσε μέ τόν Ἑαυτόν Του ἀλλά δέν τῆς ἔδωσε ἀτρεψία, ὅπως καί ὁ Πρωτόπλαστος Ἀδάμ δέν ἦταν ἄτρεπτος. Ἡ μή πρόσληψις τῆς ἀτρεψίας, δέν συνεπάγεται τήν φθορά οὔτε τήν ἀναγκαστική λειτουργία τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν ἀλλά τήν ἑκούσια λειτουργία τους.
Αὐτή ἡ διάκριση μεταξύ Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ καί τῆς Προσλήψεως τῶν ἀδιαβλήτων Παθῶν μας, τά ὁποῖα ἑκουσίως κατεδέχθη ὁ Χριστός «διά τήν ἡμῶν σωτηρίαν», μᾶς ἀποκαλύπτει, ὅσον τό δυνατόν στήν ἀνθρώπινη ἀναισθησία μας, τήν ἀπύθμενη ἀγάπη καί φιλανθρωπία τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ μας, ὁ ὁποῖος δέν δίστασε νά μᾶς ἀκολουθήση ἀκόμη καί στήν κατάσταση τῶν ἐπιτιμίων μας γιά νά λάβη ὡς ἀνταπόδοση τήν ἀσπλαχνία καί κακία μας, τούς «ἐμπτυσμούς καί μάστιγας καί ραπίσματα καί κολαφισμούς καί Σταυρόν καί θάνατον»!
Ἡ διάκριση μεταξύ Ἐνανθρωπήσεως καί προσλήψεως τῶν ἀδιαβλήτων παθῶν μας ἑρμηνεύει καί τήν φράση τῆς Ἀκολουθίας τῆς Θ. Μεταλήψεως, «Ὁ τῇ ἐνδόξῳ Σου Ἀναλήψει τῆς σαρκός θεώσας τό πρόσλημμα», ἡ ὁποία ἄλλως θά ἦταν ἀκατανόητη, ἀφοῦ θά ἐρχόταν σέ ἀντίθεση μέ τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας περί τῆς «ἐξ ἄκρας Ἑνώσεως» θεώσεως τῆς ἀνθρωπίνης Φύσεως τοῦ Χριστοῦ.
Κατά τήν Ἐνανθρώπηση ἐθεώθη μόνο ἡ Ἀνθρωπίνη Φύσις τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ κατά τήν Ἀνάληψη τοῦ Χριστοῦ μας ἐθεώθη καί ἡ δική μας ἀνθρώπινη φύση, ἡ ὁποία ἐνεργεῖ ἀναγκαστικά τά ἀδιάβλητα πάθη, ἀλλά χάριν τοῦ ὅτι ὁ Θεάνθρωπος Χριστός ἐνήργησε ἑκουσίως καί ὄχι ἀναγκαστικῶς τά πάθη αὐτά, ἔπαψαν νά ἀποτελοῦν ἐμπόδιο γιά τήν θέωσή μας.
Τά ἑκούσια Πάθη τοῦ Χριστοῦ μας «ἐπήγασαν ἀπάθειαν, ζωήν καί ἀφθαρσίαν» γιά ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος καί ἀποτελοῦν τήν κορυφαία ἔκφραση τῆς Φιλανθρωπίας καί τῆς Ἀγάπης τοῦ Θεοῦ μας. Σ’ αὐτήν τήν ἀγάπη ἀπαντήσαμε κάποτε μέ σκληροκαρδία. Μπορεῖ, ὅμως, ὁ καθένας μας νά παύση νά συμμετέχη σ’ αὐτό τό «κάποτε» μέ τό «τώρα» τῆς εὐγνωμοσύνης, τῆς ἀφοσιώσεως καί τοῦ ἀστείρευτου πόθου υἱικῆς ἀνταποκρίσεως στήν ἀνεξιχνίαστη Ἀγάπη τοῦ Οὐρανίου Πατέρα μας! Καλή Ἀνάσταση στίς ψυχές μας!
π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης

«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Αρ. Τεύχους 140, Ἀπρίλιος 2014